- ἀναφανείς
- ἀναφαίνωcause to give lightaor part pass masc nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀναφανεῖς — ἀναφαίνω cause to give light aor subj pass 2nd sg (epic) ἀναφαίνω cause to give light fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ἀναφᾱνεῖς , ἀναφαίνω cause to give light fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιρρωννύω — (AM ἐπιρρώννυμι και ἐπιρρωννύω) [ρώννυμι] 1. προσθέτω δύναμη, ενισχύω, δίνω θάρρος, ενθαρρύνω («ἐξαπίνης ἀναφανείς... τοὺς μέν τῷ ἀδοκήτῳ ἐξέπληξε, τοὺς δέ... μᾱλλον ἐπέρρωσεν», Θουκ.) 2. (στο παθ. ο παρακμ. ἐπέρρωμαι και ο υπερσ. ἐπερρώμην αντί… … Dictionary of Greek